Βορηϊάς

Βορηϊάς
Βορηϊάς, [full] βορήϊος, [full] Βορῆς,
A v. Βορειάς, βόρειος, Βορέας.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Βορεάς — Προσωποποίηση του ανέμου βοριά στην ελληνική μυθολογία. Αναφέρεται ως γιος του Αστραία (ή του Τυφώνα) και της Ηούς και ισχυρότερος από τους τρεις αδελφούς του, τον Νότο, τον Εύρο και τον Ζέφυρο. Ο Β. συνδέεται στενά με τη Θράκη, τα όρη της και… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”